Πριν από 4 χρόνια ήμασταν σε ένα χωριό του νομού Έβρου όπου ο σύζυγός μου
είχε πάρει μετάθεση.
Εγώ είμαι δασκάλα, αλλά τα 2 πρώτα χρόνια της παραμονής μου εκεί δεν δούλευα
γιατί δεν υπήρχε κενή θέση σε κανένα από τα δημοτικά της ευρύτερης περιοχής.
Στην αρχή μου άρεσε η ζωή στο χωριό, πολύ ήρεμη και ξεκούραστη, αλλά από ένα
σημείο και μετά άρχισα να βαριέμαι, αφού μάλιστα δεν δούλευα για να έχω κάτι
να ασχολούμαι. Τον δε άντρα μου μάλιστα δεν τον έβλεπα και όσο συχνά ήθελα,
αφού οι ασκήσεις που γίνονταν στην περιοχή ήταν αρκετά συχνές και πολλές
φορές έμενα μόνη μου. Οι γυναίκες των αξιωματικών κάναμε μια σχετική παρέα,
έτσι και εγώ κόλλησα περισσότερο με τη γυναίκα του διοικητή του τάγματος που
ήμασταν και σχετικά κοντά σε ηλικία (με περνούσε 3 ή 4 χρόνια).
Η Μαρία - έτσι ήταν το όνομά της- επίσης δεν δούλευε και δεν είχε παιδιά και
έτσι περνούσαμε πολλές ώρες μαζί. Πήγαινε η μια στο σπίτι της άλλης μιας και
μέναμε δίπλα (μέναμε και οι 2 οικογένειες στις στρατιωτικές οικίες) για καφέ
ή κατεβαίναμε στην πόλη. Κάποια στιγμή της εξομολογήθηκα πως βαριόμουν
αφάνταστα.
«Και εγώ έτσι ήμουν τα πρώτα χρόνια αλλά βρήκα πράγματα να ασχολούμαι» μου
είπε με ένα πονηρό χαμόγελο.
«Δηλαδή»
«αφού ο άντρας μου λείπει τόσες ώρες, βρήκα κάποιον να τον αντικαταστήσω»
«Βρήκες φίλο δηλαδή;» τη ρώτησα αρκετά σοκαρισμένη Φαινόταν τόσο σοβαρή και
αξιοπρεπής που δεν πίστευα στα αυτιά μου!
«Ε δεν έκανα και σχέση, αλλά δεν βαριέμαι τουλάχιστον!»
«Καλά στο χωριό οι άντρες είναι μετρημένοι στα δάχτυλα και όλοι γνωρίζονται
μεταξύ τους, πως ;»
«Είσαι αφελής Έχεις δίπλα σου μια αντροφωλιά και μου λες πως οι άντρες είναι
μετρημένοι στα δάχτυλα;»
«Τι εννοείς .μήπως τους φαντάρους εννοείς;;;»
«Φυσικά είναι όλοι νέοι, κάποιοι από ατούς πολύ ωραίοι ... Les hele novellen