Έκλεισα τον υπολογιστή, μάζεψα και έβαλα στο συρτάρι του γραφείου κάτι έγγραφα και έκλεισα μερικά φώτα. Έβαλα το μπουφάν και κατευθύνθηκα προς την έξοδο ενώ συνέχεια είχα στο νου μου το μεγάλο καυλί που είχα αρπάξει στο σινεμά. Έριξα μια ματιά στο ρολόι μου, ήταν μάλλον αργά, δεν με έπαιρνε τελικά για σινεμά, απογοητεύθηκα και ήμουν έτοιμος να κλείσω και τα τελευταία φώτα του μαγαζιού και να επιστρέψω στο σπίτι. Το μόνο πράγμα που με έπαιρνε να κάνω από πλευράς ώρας ήταν να κόψω κίνηση στην λίγο πιο πάνω πλατεία.
Άπλωσα το χέρι προς τους διακόπτες, εκείνη την ώρα άκουσα μια φωνή έξω από το μαγαζί να μου λέει: «Φίλο, έχω καινούργιο κυκλοφορίες CD θέλει δει». Γύρισα ξαφνιασμένος. Δύο νεαροί μαύροι, φορτωμένοι με μεγάλες τσάντες στέκονταν έξω από την πόρτα χαμογελαστοί. «Αμάν.», είπα μέσα μου, «.η αδυναμία μου στέκετε μπροστά μου και μάλιστα σε διπλή έκδοση.!».
Παραμέρισα και τους άφησα να περάσουν, δείχνοντας δήθεν το ενδιαφέρον μου για τα CD τους, αλλά εμένα όπως καταλαβαίνετε, το μυαλό μου έτρεχε στο καυλί τους και όχι στο CD τους. Τους έβαλα να καθίσουν και κλείδωσα από μέσα την πόρτα, χωρίς να ανάψω τα φώτα που είχα σβήσει λίγο πριν. Έκλεισα μάλιστα και τα υπόλοιπα και το μόνο φως που άφησα αναμένω ήταν το φως του γραφείου που έτσι και αλλιώς δεν φαίνονταν από τον δρόμο. Περιττό να σας πω ότι η τρύπα μου άρχισε είδη να ανοίγει και να κλείνει σε ξέφρενους ρυθμούς, στην ιδέα και μόνο ότι αν ήμουν τυχερός θα άρπαζα δύο κατάμαυρα καυλιά.
Κάθισαν στις δύο πολυθρόνες που υπήρχαν μπροστά από το γραφείο μου και εγώ κάθισα στην καρέκλα του γραφείου. Δεν ήταν ούτε ψηλοί αλλά ούτε κοντοί, ήταν μετρίου αναστήματος, ... Les hele novellen